Τα κρυπτονομίσματα στηρίζονται στις εξελίξεις στη πληροφορική και την κρυπτογράφηση που αποτυπώνονται στην τεχνολογία blockchain που επιτρέπει τη διαρκή, ασφαλή και χωρίς δυνατότητα παραχάραξης καταγραφή των συναλλαγών και την ενσωμάτωση και των νέων κρυπτονομισμάτων που «εξορύσσονται». Όμως, αυτό απαιτεί ολοένα και μεγαλύτερη υπολογιστική δύναμη για να είναι εφικτό και για τις συναλλαγές και για την επικύρωσή τους.
Αυτό γίνεται ακόμη περισσότερο και με τη διαδικασία της «εξόρυξης» (mining). Οι σύνθετες υπολογιστικές πράξεις που επιτρέπουν την προσθήκη ενός επιπλέον bitcoin για παράδειγμα και που αποτυπώνουν την προσπάθεια που εξαρχής κατέβαλαν οι εμπνευστές των κρυπτονομισμάτων για να μπορούν αυτά να έχουν κάποιο «αντίκρισμα» (εν προκειμένω το υπολογιστικό έργο που απαιτήθηκε για την «εξόρυξή» τους, κατά αναλογία με την αξία του χρυσού ως «γενικού ισοδύναμου» στη βάση της εργασίας για την εξόρυξή του), απαιτούν σημαντική υπολογιστική δύναμη.
Ταυτόχρονα όσο επεκτείνονται οι συναλλαγές με κρυπτονομίσματα, τόσο επεκτείνονται και οι ανάγκες υπολογιστικής δύναμης για την υποστήριξή τους.
Μόνο που όλα αυτά συνεπάγονται και την ολοένα και μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας. Ήδη από το 2018 είχε εκτιμηθεί ότι η επέκταση της χρήσης των κρυπτονομισμάτων θα δημιουργούσε απαιτήσεις ενέργειας που εάν καλύπτονταν από ορυκτά καύσιμα θα δημιουργούσαν συνθήκη που θα ευνοούσε την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη.
Σημειώνουμε εδώ ότι για αρκετά μεγάλο διάστημα ένα μεγάλο μέρος της εξόρυξης κρυπτονομισμάτων γινόταν στην Κίνα, εκτός όλων των άλλων και λόγω του φτηνότερου κόστους ενέργειας, που όμως στο μεγαλύτερο μέρος της παράγεται με τη χρήση γαιάνθρακα. Πληροφορίες αναφέρουν ότι παρά την απαγόρευση στις σχετικές συναλλαγές που επέβαλε το κινεζικό κράτος, κυρίως φοβούμενο φαινόμενα απάτης, στην Κίνα εξακολουθεί να γίνεται «εξόρυξη».
Το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στα κρυπτονομίσματα. Ολοένα και περισσότερο η εξέλιξη της τεχνολογίας και ειδικά της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί τη χρήση πολύ μεγάλων όγκων δεδομένων και μεγάλης υπολογιστικής δύναμης, που τελικά καταλήγουν να καταναλώνουν μεγάλο όγκο ενέργειας και έτσι να συμβάλουν και στο πρόβλημα με την κλιματική αλλαγή. Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο ιδίως σε πρακτικές μηχανικής μάθησης, όπως είναι για παράδειγμα η επεξεργασία φυσικής γλώσσας, που στηρίζονται σε ολοένα και μεγαλύτερα δεδομένα.
Για να καταλάβουμε το μέγεθος του προβλήματος, μπορούμε να δούμε τα στοιχεία που καταγράφει το Cambridge Bitcoin Electricity Consumption Index. Η ετήσια κατανάλωση των συναλλαγών που σχετίζονται με το bitcoin εκτιμάται ότι αγγίζει τις 151 TWh. Αυτή αντιπροσωπεύει αυτή τη στιγμή το 0,79% της συνολικής παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας και είναι μεγαλύτερη από την ετήσια κατανάλωση της Αιγύπτου ή της Μαλαισίας ή της Σουηδίας.
Ή για να δώσουμε ένα άλλο μέτρο σύγκρισης: η ενέργεια που καταναλώνει το δίκτυο bitcoin μέσα σε έναν χρόνο θα μπορούσε να δώσει ενέργεια σε όλες τις τσαγιέρες του Ηνωμένου Βασιλείου για 34 χρόνια.
Πάντως έχει ενδιαφέρον ότι έχουν ήδη αρχίσει να υπάρχουν και προσπάθειες να φτιαχτούν και «πράσινα» κρυπτονομίσματα που να στηρίζονται σε υπολογιστές και κρυπτογραφικές διαδικασίες που έχουν μικρό ενεργειακό αποτύπωμα.
Ο ιδρυτής της εταιρείας Tesla έχει επενδύσει ιδιαίτερα στο γεγονός ότι παράγει προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον. Ας μην ξεχνάμε ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, στα οποία είναι πρωτοπόρα η εταιρεία που δημιούργησε, θεωρούνται μία από τις κατεξοχήν απαντήσεις στον κίνδυνο της κλιματικής αλλαγής. Γι’ αυτό και σημαντικό μερίδιο της ανόδου της μετοχής της εταιρείας του και συνολικά της υψηλής αποτίμησής της έχει να κάνει με την εκτίμηση ότι ολοένα και περισσότερο οι επενδυτές θα στρέφονται σε εταιρείες που σχετίζονται με την πράσινη οικονομία.
Σε αυτό το φόντο γίνεται κατανοητό γιατί δεν θέλει ο Μάσκ σε αυτή τη βάση να ταυτιστεί με οικονομικές συναλλαγές που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή και να χαλάσει την εικόνα μιας «πράσινης εταιρείας».
Με στοιχεία από το in.gr