Οι άνεμοι είναι ένα από τα στοιχεία που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του κλίματος, αλλά και στην καθημερινή ζωή, στα ταξίδια και, βέβαια, ατην αναψυχή και τις διακοπές. Η διεύθυνση ενός ανέμου συνδέεται με πολλούς παράγοντες και εξαρτάται από γενικά και τοπικά αίτια.
Τα γενικά αίτια οφείλονται σε δύο υψηλές βαρομετρικές πιέσεις, που δημιουργούνται η μία στη Σιβηρία και η άλλη στον Ατλαντικό Ωκεανό, στην περιοχή των Αζορών, και στις υφέσεις που εμφανίζονται στη Μεσόγειο Θάλασσα.
Τα τοπικά αίτια οφείλονται στη μορφολογία του εδάφους και στον διαχωρισμό στεριάς και θάλασσας. Η ποικιλία του εδάφους – οροσειρές, κοιλάδες, πεδιάδες και πάλι οροσειρές – καθώς και η αδιάκοπη εναλλαγή στεριάς και θάλασσας κάνουν την Ελλάδα τόπο που επηρεάζεται ιδιαίτερα από τους ανέμους.
Τον χειμώνα από το κέντρο των υψηλών βαρομετρικών πιέσεων της Σιβηρίας ξεκινούν νοτιοδυτικοί άνεμοι – οι ρωσικοί «Μπουράν» – που φτάνουν στην Ελλάδα πολύ ψυχροί βορειοανατολικοί φέρνοντας χιόνια. Άνεμοι από το άλλο κέντρο των Αζορών κατευθύνονται προς την Βόρεια Αφρική. Εκεί θερμαίνονται και μετά, καθώς στρέφονται προς την Ελλάδα, απορροφούν από τη Μεσόγειο Θάλασσα υδρατμούς και φτάνουν νοτιοδυτικοί φέρνοντας βροχές.
Ανάλογα με το ποιο κέντρο επικρατεί κάθε φορά άλλοτε κάνει κρύο, άλλοτε βρέχει και άλλοτε έχει ηλιοφάνεια.
Όμως, οι διαφοροποιήσεις του εδάφους και η εναλλαγή στεριάς και θάλασσας έχουν ως αποτέλεσμα να υπάρχουν στην Ελλάδα διαφορές στη διεύθυνση των ανέμων από περιοχή σε περιοχή ακόμη και όταν δεν απέχουν πολύ η μία από την άλλη. Κοντά στις ακτές οι άνεμοι αλλάζουν διεύθυνση ανάλογα με τον σχηματισμό των κόλπων και των βουνών. Και στο εσωτερικό συχνά παίρνουν την κατεύθυνση των κοιλάδων. Έτσι, όταν ταξιδεύουμε στην ηπειρωτική Ελλάδα, το πιθανότερο είναι να μην συναντήσουμε σταθερούς ανέμους. Κάθε τόπος – λεκανοπέδιο, οροπέδιο, ή ακτή – έχει τις δικές του τοπικές ανεμολογικές συνθήκες. Ένας κρύος άνεμος σε έναν τόπο μπορεί να γίνεται ζεστός σε έναν άλλο τόπο.
Γενικά τον χειμώνα, την άνοιξη και το φθινόπωρο οι άνεμοι στην Ανατολική Μεσόγειο είναι πολύπλοκοι και άστατοι. Οι βαρομετρικές υφέσεις της Μεσογείου γίνονται αιτία να μεταβάλλονται οι άνεμοι συχνά και ακανόνιστα. Ορισμένοι άνεμοι, όμως, είναι χαρακτηριστικοί και κάπως κανονικοί.
Ένας τέτοιος άνεμος είναι ο Σιρόκος ή Σορόκος, ο «λιψ» (λίβας) των αρχαίων Ελλήνων. Ο Σιρόκος πνέει στην Ελλάδα ως νότιος ή νοτιοδυτικός άνεμος και είναι υγρός και θερμός. Φυσάει κυρίως από τον Νοέμβριο μέχρι τον Μάιο και κάποιες φορές φέρνει μαζί του άμμο από την Αφρική. Πολλές φορές, αν υποχρεωθεί να περάσει από οροσειρά και να γίνει καθοδικός, φτάνοντας σε μια περιοχή γίνεται πολύ πιο θερμός, σαν καυστικός και ξηρός άνεμος και παίρνει τα χαρακτηριστικά του γνωστού στην Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη άνεμου Φεν. Χαρακτηριστικοί είναι και οι βόρειοι βορειοανατολικοί άνεμοι, που κατεβαίνουν από το κέντρο των υψηλών πιέσεων της Σιβηρίας. Ισχυροί, φέρνουν δυνατό κρύο και χιόνια. Έχουν ονομαστεί «Ορνιθίαι» από τους αρχαίους Έλληνες.
Άλλοι άνεμοι, που φυσούν συχνά την άνοιξη, έχουν ονομαστεί από τους αρχαίους Έλληνες «Λευκότονοι». Κι αυτό επειδή φέρνουν αίθριο καιρό αντίθετα με τους συννεφιαμένους νότιους ανέμους του χειμώνα.
Το καλοκαίρι αλλάζει η θερμοκρασία, αλλά αλλάζουν και οι ανεμολογικές συνθήκες. Οι βαρομετρικές υφέσεις στη Μεσόγειο απουσιάζουν και οι άνεμοι γίνονται στην Ελλάδα κανονικοί. Φυσούν σταθεροί βόρειοι άνεμοι και, όταν αυτοί σταματούν, στο εσωτερικό της ηπειρωτικής Ελλάδας επικρατεί νηνεμία, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη ζέστη. Αντίθετα στις ακτές και στα νησιά, όταν δεν φυσούν βόρειοι άνεμοι, φυσάει αύρα. Την ημέρα η θαλάσσια αύρα και τη νύχτα η απόγεια αύρα. Και η μία και η άλλη κάνουν πιο απαλή την καλοκαιρινή ζέστη. Τέλος, υπάρχει και το μελτέμι, ο ισχυρός βόρειος άνεμος που πνέει στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια της θερμής περιόδου.