Η ελληνική περιοχή, η οποία ανήκει στη βόρεια Εύκρατη ζώνη της γης, αποτελεί το νότιο άκρο της Βαλκανικής χερσονήσου της Ευρώπης. Βρίσκεται στο σημείο επαφής των τριών ηπείρων του «Παλαιού κόσμου», της Ευρώπης της Ασίας και της Αφρικής. Μέσα στη Μεσόγειο, αποτελεί τη νοτιότερη κατάληξη της Βαλκανικής Χερσονήσου, της τρίτης προς το νότο προβολής της Ευρώπης. Περιβάλλεται από τη Μεσόγειο θάλασσα και τα πελάγη Αιγαίο, Ιόνιο και Λιβυκό. Χαρακτηρίζεται από ένα πλούσιο ανάγλυφο, με ιδιόμορφο
οριζόντιο-κατακόρυφο διαμελισμό.
Το δυτικό τμήμα της περιοχής, που αποτελεί τη σπονδυλική στήλη της Χέρσου, είναι το περισσότερο ορεινό με ελάχιστες μικρές πεδιάδες.
Εν αντιθέσει, στο ανατολικό τμήμα συγκεντρώνονται οι περισσότερες πεδιάδες , αν και εκεί, πάνω στην ακτή υπάρχει πάλι μία σημαντική πτύχωση.
Έτσι το ανάγλυφο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του κλίματος της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, τα βόρεια τμήματα της χώρας, επηρεάζονται περισσότερο από τους παράγοντες που καθορίζουν το κλίμα της ΝΑ Ευρώπης, ενώ τα νότια τμήματά της από το θαλάσσιο μεσογειακό τύπο κλίματος. Το συμπέρασμα είναι ότι ο πολυσχιδής και πολύπλοκος διαμελισμός συντελεί στη διαμόρφωση μωσαϊκών κλιμάτων πάνω από την ελληνική περιοχή, και τα δυναμικά αίτια θα σχετίζονται αφενός με τα βαρομετρικά συστήματα της Ευρώπης και της βαλκανικής, σε συνδυασμό μ ’εκείνα της Μεσογείου και της Β. Αφρικής, και αφετέρου με το συνδυασμό των βαρομετρικών συστημάτων του Ατλαντικού από τη μία και της Ασίας από την άλλη μεριά.
Στην Ελλάδα, η κύρια περίοδος που παρατηρείται χιονόπτωση, είναι η χειμερινή περίοδος (Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος). Τη θερινή περίοδο δεν σημειώνεται χιονόπτωση, ούτε ακόμα και στους ορεινούς όγκους, εκτός λίγων περιπτώσεων (κορυφή Αγ. Αντώνιου του Ολύμπου, 2817μ, καταγράφτηκε χιονόπτωση τον Αύγουστο). Γενικά στον ελληνικό χώρο, δεν υπάρχουν περιοχές με αιώνια χιόνια. Αυτό προκύπτει από ειδικές παρατηρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Επιστημονικό κέντρο Ολύμπου από το έτος 1962 για μία δεκαπενταετία.
Οι μεγαλύτερες τιμές του μέσου ετήσιου αριθμού ημερών χιονιού σημειώνονται στη δυτική Μακεδονία, όπως στη Φλώρινα (25.2 ημέρες), στην Κοζάνη (17.8 ημέρες) και στην Πτολεμαΐδα (17.3 ημέρες). Στο σταθμό της Ρόδου δε σημειώθηκε ούτε μία ημέρα χιονιού κατά την περίοδο 1967-1997.
Το χιόνι στα ορεινά, εμφανίζεται κατά κανόνα, στη διάρκεια της περιόδου Νοεμβρίου-Απριλίου, ενώ στα μεγαλύτερα υψόμετρα χιονόπτωση σημειώνεται από τον Οκτώβριο μέχρι και το Μάιο. Ειδικότερα στις κορυφές του Ολύμπου (υψόμετρο>2500m) έχουν σημειωθεί χιονοπτώσεις στη διάρκεια ολόκληρης της θερμής περιόδου.
Οι μεγαλύτεροι αριθμοί ημερών χιονιού σημειώνονται σε μετεωρολογικούς σταθμούς με υψόμετρο>1000m.
Όσο απομακρυνόμαστε από τις ακτές (επίδραση της θερμής Μεσογείου), τόσο ο αριθμός των ημερών χιονιού αυξάνει.
Όσον αφορά τα παρατηρούμενα ύψη στρώματος χιονιού πάνω από τον ελλαδικό χώρο, προκύπτει ότι αυτά στις πεδινές περιοχές σπάνια ξεπερνούν τα 20cm, ενώ στις ορεινές
περιοχές (υψόμετρο>2000m) το μέσο πάχος του χιονιού, κυμαίνεται από 30-100cm.
Οι κυρίως χιονοφόροι άνεμοι είναι οι ΒΑ διεύθυνσης, με αποτέλεσμα να σημειώνονται λιγότερες ημέρες χιονιού στους σταθμούς του Ιονίου σε σχέση με τους αντίστοιχους του
Αιγαίου.
Πηγές
Κείμενο © Τσικούδη Ιωάννα – ΕΚΠΑ
Χάρτης © reddit.com
Μάθετε ακόμη: